Το 1833 οι πρώτοι νόμοι

Η πρώτη μετά τη σύσταση του νέου Ελληνικού κράτους διαίρεση της χώρας, έγινε τον Απρίλιο του 1833, με τη δημιουργία 10 νομών και 47 περιφερειών. Η διοικητική διαίρεση της Γαλλίας, χρησιμοποιήθηκε ως πρότυπο για την ελληνική. Η διοίκηση κάθε δήμου ανατέθηκε «…εις ένα δημογέροντα, προτεινόμενον από τους δημότας και επικυρούμενον υπό του βασιλέως, ήτοι αμέσως ή διά του νομάρχου. Σιμά του δημογέροντος θέλει υπάρχει εν δημογεροντικόν συμβούλιον, εκλεγόμενον από τους δημότας…».

Ο «περί συστάσεως των δήμων νόμος», είναι ο πρώτος νόμος του Ελληνικού κράτους για την τοπική αυτοδιοίκηση πρώτου βαθμού. Ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 1833 και με δεδομένο ότι δεν υπήρχαν διοικητικά στελέχη του νέου Ελληνικού κράτους, οι πρώτοι νομοθέτες δεν ήταν Ελληνες. Το σχέδιο νόμου συντάχθηκε στα γερμανικά.

Με τον εν λόγω νόμο, η χώρα διαιρέθηκε σε δήμους τριών κατηγοριών ανάλογα με τον πληθυσμό. Πρώτης τάξης με πληθυσμό πάνω από 10.000 κατοίκους, δεύτερης τάξης από 2.000 – 10.000 κατοίκους και τρίτης τάξης οι μικρότεροι. Ο δήμαρχος αποτελούσε την πρώτη εκτελεστική αρχή και ήταν υπεύθυνος για την άσκηση της τοπικής αστυνομίας. Βοηθοί του δημάρχου, ήταν οι πάρεδροι, 1-6 ανάλογα με την τάξη του δήμου. Το δημοτικό συμβούλιο, αποτελούμενο από 6-18 δημοτικούς συμβούλους ανάλογα με την τάξη του δήμου θεωρείτο «συμβουλευτική και συνεπιτηρούσα αρχή». Η θητεία του δημάρχου και των παρέδρων ήταν τριετής, ενώ το δημοτικό συμβούλιο εκλεγόταν για εννέα χρόνια, με άμεση εκλογή. Πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου δεν ήταν ο δήμαρχος, αλλά ένας από τους δημοτικούς συμβούλους. Δικαίωμα ψήφου είχαν μόνον όσοι φορολογούντο περισσότερο με άμεσους δημοτικούς φόρους. Ο δήμαρχος και οι πάρεδροι εκλεγόταν από ειδικό όργανο –το δημαιρεσιακό συμβούλιο- που αποτελείτο από τους δημοτικούς συμβούλους και ισάριθμους δημότες. Αυτό εξέλεγε τρεις υποψηφίους, από τους οποίους ο βασιλιάς επέλεγε το δήμαρχο για τους δήμους α’ και β’ τάξης και ο νομάρχης για τους γ’ τάξης.

Η διαδικασία σχηματισμού των δήμων ήταν πολύπλοκη και χρονοβόρα, καθώς απαιτείτο γεωγραφική και πληθυσμιακή καταγραφή. Επιπλέον, βασικό πρόβλημα ήταν οι επικρατούσες κομματικές συνθήκες και οι προσωπικές φιλοδοξίες όσων συμμετείχαν στην οργάνωση των δήμων.